Απώλεια ακοής: Συμπτώματα και θεραπεία
Η απώλεια ακοής or hearing impairment, είναι μια πολύ σοβαρή πάθηση που μπορεί να δυσκολέψει ιδιαίτερα τη ζωή του ασθενή. Η βλάβη στη λειτουργία του αυτιού μπορεί να αφορά είτε το εξωτερικό, είτε το εσωτερικό τμήμα του ή ακόμη και το συνδυασμό τους. Είναι ιάσιμη η συγκεκριμένη πάθηση και αν ναι πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί; Ο εξειδικευμένος χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος Δρ. Τσούνης σας ενημερώνει στο κείμενο που ακολουθεί.
Πού μπορεί να οφείλεται η απώλεια ακοής;
Η πάροδος του χρόνου αλλά και η έκθεση του οργανισμού σε συνθήκες με πολύ δυνατό θόρυβο και φασαρία μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά την ακοή. Η προβληματική ακοή προκύπτει από τη φθορά στα νευρικά κύτταρα του κοχλία. Αυτά είναι υπεύθυνα για την αποστολή των ηχητικών σημάτων στον εγκέφαλο. Όταν παρουσιάζουν δυσλειτουργίες, τότε τα ηλεκτρικά σήματα μεταφέρονται με μεγάλη δυσκολία και μακροπρόθεσμα οδηγούν σε απώλεια ακοής.
Άλλος ένας παράγοντας που μπορεί να συμβάλλει στην απώλεια ακοής είναι η σταδιακή συσσώρευση κυψελίδας. Η κυψελίδα (κερί) που συσσωρεύεται φράζει τον ακουστικό πόρο με συνέπεια να προκαλείται και σε αυτή την περίπτωση προβληματική μεταφορά των ηχητικών κυμάτων. Για την απώλεια ακοής μπορεί ακόμη να ευθύνονται και οι λοιμώξεις από κάποιο μικρόβιο. Έτσι, μπορεί να δημιουργηθεί μία σοβαρή φλεγμονή η οποία είναι δυνατόν να βλάψει άμεσα τη λειτουργία των νευρικών κυττάρων του αυτιού ή να προκληθεί κάποια μέση ή εκκριτική ωτίτιδα. Οι καταστάσεις αυτές οδηγούν στη συλλογή υγρού στο αυτί με επακόλουθη βαρηκοΐα.
Σε απώλεια ακοής μπορεί να οδηγήσει επίσης η διάτρηση τυμπάνου. Η διάτρηση μπορεί να προκληθεί από:
- ξαφνική αλλαγή στην πίεση της ατμόσφαιρας
- αιχμηρό αντικείμενο
- λοίμωξη
Τέλος, η κληρονομικότητα μπορεί να καθιστά κάποιους ανθρώπους πιο ευάλωτους στη συγκεκριμένη πάθηση.
Ποιες ενδείξεις παραπέμπουν σε απώλεια ακοής;
Η πρώτη ένδειξη απώλειας ακοής είναι η δυσκολία στην επικοινωνία του ασθενή με τους γύρω του. Όταν βρίσκεται σε συνθήκες χωρίς ιδιαίτερη φασαρία αλλά παρ’ όλα αυτά δυσκολεύεται να παρακολουθήσει μια συζήτηση, αυτό είναι μια πολύ σημαντική ένδειξη βαρηκοΐας. Επίσης, αν παρακολουθεί τηλεόραση ή ακούει μουσική και το περιβάλλον του διαμαρτύρεται από την ένταση που έχει επιλέξει, τότε πρέπει οπωσδήποτε να επισκεφθεί έναν εξειδικευμένο ΩΡΛ στην Αθήνα ή στην πόλη που βρίσκεται.
Η μείωση της ακοής συνοδεύεται συνήθως από σημαντικό στρες και κόπωση τόσο για τον ίδιο τον πάσχοντα όσο και για τους οικείους του. Ο ασθενής καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια να συγκεντρωθεί ώστε να μπορέσει να είναι λειτουργικός στην καθημερινότητά του. Αυτό προκαλεί όχι μόνο μεγάλη κούραση αλλά και ψυχολογική φθορά. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που το άτομο αποσύρεται και απομονώνεται καθώς νιώθει αμήχανα όταν προσπαθεί να συμμετέχει σε συζητήσεις και κοινωνικές εκδηλώσεις. Η όλη κατάσταση ενδέχεται να επιδεινωθεί από ζαλάδες και ιλίγγο.
Πώς αντιμετωπίζεται η απώλεια ακοής;
Ένας εξειδικευμένος ENT είναι ο κατάλληλος γιατρός για να καθοδηγήσει τον ασθενή σχετικά με την απώλεια ακοής και την αντιμετώπισή της. Αρχικά πρέπει να πραγματοποιηθεί μία ενδελεχής εξέταση η οποία περιλαμβάνει:
- Ωτομικροσκόπηση, δηλαδή την εξέταση του αυτιού με το οπτικό μικροσκόπιο
- Ακοόγραμμα
- Τυμπανόγραμμα
- Προσδιορισμό ηχητικών ακουστικών αντανακλαστικών
Ανάλογα με τα συμπεράσματα που θα προκύψουν, ο γιατρός θα προτείνει την ενδεδειγμένη αντιμετώπιση η οποία μπορεί να είναι:
- Ο καθαρισμός του αυτιού σε περίπτωση ύπαρξης κυψελίδας
- Η χειρουργική επέμβαση π.χ. η τυμπανοπλαστική αν υπάρχει κάποια διάτρηση του τυμπανικού υμένα
- Η αντιβιοτική αγωγή και τα ρινικά σπρέυ σε περίπτωση ωτίτιδας
- Τα ακουστικά βαρηκοΐας τα οποία αποτελούν τον πιο ενδεδειγμένο τρόπο αντιμετώπισης της απώλειας ακοής ιδιαίτερα των ηλικιωμένων. Τα σύγχρονα ψηφιακά ακουστικά είναι ιδιαίτερα διακριτικά και έχουν εξαιρετικές δυνατότητες βελτιώνοντας εντυπωσιακά την ποιότητα ζωής των ασθενών που τα φέρουν.
Συμπερασματικά, αξίζει να τονίσουμε ότι στις μέρες μας η βαρηκοΐα μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά με μία πληθώρα μεθόδων. Μάλιστα, το σημαντικότερο είναι πως αυτές είναι ικανές να βοηθήσουν ουσιαστικά τον ίδιο τον ασθενή αλλά και το περιβάλλον του.