Η βραγχιακή κύστη εμφανίζεται ως στρογγυλή, ανώδυνη και ελαστική διόγκωση στα πλάγια του τραχήλου και σε κάποιες περιπτώσεις συνυπάρχει με κάποιο βραγχιακό συρίγγιο το οποίο φτάνει ως το δέρμα. Πρόκειται για ένα ‘εμβρυικό υπόλειμμα’, σχηματίζεται δηλαδή κατά την εμβρυική ζωή. Παρ’όλο που οι βραγχιακές κύστεις είναι παρούσες ήδη από τη γέννηση του παιδιού συνήθως γίνονται αντιληπτές σε ηλικία μεταξύ 20 και 30 ετών.
Τι συμπτώματα δημιουργεί η βραγχιακή κύστη;
Όπως αναφέρθηκε, η βραγχιακή κύστη είναι παρούσα ήδη από τη γέννηση του παιδιού και είναι δυνατό να μην προκαλεί κανένα σύμπτωμα. Όταν όμως αυξηθεί σε μέγεθος γίνεται αντιληπτή σαν μία διόγκωση στα πλάγια του τραχήλου η οποία ανάλογα με τις διαστάσεις της μπορεί να προκαλεί μικρότερο ή μεγαλύτερο αισθητικό πρόβλημα. Συνήθως πριν την εμφάνισή της το παιδί ή συχνότερα ο ενήλικας νοσεί από κάποια λοίμωξη του ανωτέρου αναπνευστικού όπως π.χ. μία αμυγδαλίτιδα ή μία φαρυγγίτιδα. Σε περίπτωση που υπάρξει επιμόλυνση της κύστης με παθογόνα μικρόβια, αυτή φλεγμαίνει, διογκώνεται και πονάει ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μαζεύει πύον το οποίο παροχετεύεται προς το δέρμα είτε από μόνο του αυτόματα, είτε μετά από χειρουργική διάνοιξη.
Πώς γίνεται η διάγνωση της βραγχιακής κύστης;
Η αρχική διάγνωση της βραγχιακής κύστης γίνεται συνήθως κατά την κλινική εξέταση. Ο γιατρός δηλαδή βλέπει και ψηλαφεί την κύστη η οποία βρίσκεται στα πλάγια του τραχήλου. Χρήσιμες εξετάσεις που επιβεβαιώνουν τη διάγνωση και δίνουν σημαντικές πληροφορίες στον χειρουργό για την χειρουργική επέμβαση είναι το υπερηχογράφημα της περιοχής και η μαγνητική ή η αξονική τομογραφία. Βιοψία με λεπτή βελόνη (FNA) συστήνεται αν, σε σπάνιες περιπτώσεις, υπάρχει υποψία κακοήθειας.
Πώς αντιμετωπίζεται η βραγχιακή κύστη;
Η βραγχιακή κύστη αντιμετωπίζεται με χειρουργική αφαίρεση. Η όλη διαδικασία γίνεται υπό γενική αναισθησία μέσω μία μικρής οριζόντιας τομής στην πλάγια τραχηλική χώρα η οποία στο τέλος της επέμβασης ράβεται με τεχνικές πλαστικής χειρουργικής ώστε να είναι κατά το δυνατόν αθέατη. Αν η κύστη έχει διαπυηθεί, πρέπει πρώτα να διανοιχθεί και να αφαιρεθεί το πύον, να δοθεί αντιβιοτική αγωγή και αφού ηρεμήσει η φλεγμονή, να ακολουθήσει η χειρουργική επέμβαση.
Τι συμβαίνει μετά την επέμβαση;
Ο ασθενής επιστρέφει στο σπίτι του την επομένη του χειρουργείου. Μία μικρή παροχέτευση που έχει τοποθετηθεί στην περιοχή της αρχικής τομής αφαιρείται πριν την έξοδο από το νοσοκομείο. Για τις πρώτες ημέρες χορηγείται αντιβιοτική αγωγή και ήπια παυσίπονα. Τα ράμματα αφαιρούνται σε μία εβδομάδα οπότε και το παιδί/ενήλικας μπορεί να επιστρέψει πλήρως στις δραστηριότητές του.